Τι είναι τo δίκτυο NATURA 2000
Στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαπιστώθηκε ότι η γενική κατάσταση διατήρησης ενός συγκεκριμένου αριθμού οικοτόπων και ειδών,των λεγόμενων κοινοτικού ενδιαφέροντος (Ειδικές Ζώνες Διατήρησης),επιδεινώνεται προοδευτικά με κίνδυνο να οδηγήσει σε μια μη αναστρέψιμη απώλεια σημαντικού μέρους της βιοποικιλότητας. Για να προληφθεί αυτός ο κίνδυνος, κρίθηκε απαραίτητη η ίδρυση ενός οικολογικού συνεκτικού δικτύου που θα διασφαλίζει τους χώρους όπου εμφανίζονται οι εν λόγω τύποι οικοτόπων και τα απειλούμενα είδη. Αυτό είναι το δίκτυο «NATURA 2000» – ένα Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο Ειδικών Ζωνών Διατήρησης.
Η δημιουργία του προβλέφθηκε από το άρθρο 3 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 1992 «για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας» και πραγματοποιείται στις τρείς ακόλουθες φάσεις:
α) Απογραφή οικοτόπων και ειδών που εμφανίζονται στα Παραρτήματα Ι και ΙΙ της Οδηγίας στην επικράτεια κάθε κράτους-μέλους.
β) Πρόταση, βάσει της απογραφής, καταλόγου τόπων (περιοχών) που απαντώνται οι ανωτέρω τύποι φυσικών οικοτόπων και οικοτόπων ειδών (National List of Sites).
γ) Αξιολόγηση, σε εθνικό επίπεδο, των ανωτέρω τόπων βάσει των κριτηρίων του Παραρτήματος ΙΙΙ της Οδηγίας, ως προς τη σχετική σημασία τους για κάθε τύπο οικοτόπου και κάθε είδος των Παραρτημάτων Ι και ΙΙ. Δημιουργία, με συμφωνία μεταξύ των κρατών-μελών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ενός Καταλόγου Τόπων Κοινοτικής Σημασίας (List of Sites of Community Importance.
Επίσημος ορισμός των Τόπων Κοινοτικής Σημασίας ως Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (Special Areas of Conservation) από τα κράτη-μέλη και καθορισμός των δράσεων προτεραιότητας για τη διατήρηση ή/και αποκατάσταση των τύπων οικοτόπων και των ειδών των Παραρτημάτων της Οδηγίας που υπάρχουν σε αυτές, σε συνάρτηση με τους κινδύνους που αυτά αντιμετωπίζουν.
Σύμφωνα με τον ορισμό της IUCN (Διεθνής Ένωση Προστασίας της Φύσης), η προστατευόμενη περιοχή είναι: «Μια χερσαία ή θαλάσσια έκταση, αφιερωμένη στην προστασία και διατήρηση της βιολογικής ποικιλότητας και των φυσικών και συναφών πολιτιστικών πόρων, η οποία υπόκειται σε διαχείριση με νομικά μέσα ή άλλους αποτελεσματικούς τρόπους».
Oι Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) (SpecialProtectionArea – SPA), είναι εκτεταμένες περιοχές, οι οποίες έχουν οριστεί σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ «περί της διατηρήσεως των άγριων πτηνών», η οποία υιοθετήθηκε τον Απρίλιο του 1979, τέθηκε σε ισχύ τον Απρίλιο του 1981, με σκοπό τη διασφάλιση της επιβίωσης και της αναπαραγωγής ειδών ορνιθοπανίδας -μεταναστευτικών και μη πουλιών- και των οικοτόπων (βιοτόπων) τους στον ευρωπαϊκό χώρο. Οι περιοχές αυτές μπορούν να χαρακτηριστούν ως προστατευόμενες και περιλαμβάνονται στο ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο «NATURA 2000» σύμφωνα με την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ.
Οι ΕιδικέςΖώνεςΔιατήρησης (ΕΖΔ) (Special Area of Conservation – SAC).
Είναι περιοχές οι οποίες έχουν αξιολογηθεί από το κάθε κράτος μέλος για τη σημασία τους σχετικά με τη διατήρηση των ζωικών και φυτικών ειδών κοινοτικού ενδιαφέροντος και στη συνέχεια έχουν αξιολογηθεί και επιλεχθεί με βάση την κοινοτική τους σημασία.
Η Οδηγία 92/43/ΕΟΚ καθορίζει ότι το κράτος επιφορτίζεται με τη διατήρηση των τύπων οικοτόπων και των ειδών της Οδηγίας στην επιθυμητή κατάσταση διατήρησης. Για να επιτευχθεί αυτό, ταυτόχρονα με τον ορισμό των Ζωνών Ειδικής Διατήρησης λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα, που αποτελούν είτε ειδικά σχέδια διαχείρισης για κάθε περιοχή είτε μέτρα ενσωματωμένα σε άλλα σχέδια διευθέτησης (π.χ. χρήσεις γης). Επίσης λαμβάνονται και τα αναγκαία κανονιστικά, διοικητικά ή άλλα μέτρα για την προστασία των ανωτέρω τύπων οικοτόπων και ειδών. Δεν υπάρχει προκαθορισμένος «τρόπος προστασίας» από την Οδηγία και κατά την εναρμόνισή της από κάθε κράτος-μέλος ορίζονται τα μέσα και οι διαδικασίες που θα χρησιμοποιηθούν για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων. Ο στόχος της Οδηγίας είναι η διατήρηση της βιοποικιλότητας, που αποτελεί με τη σειρά της μια από τις βασικές συνιστώσες της αειφόρου ανάπτυξης. Σύμφωνα με την Οδηγία, κατά τη λήψη των μέτρων στις Ζώνες Ειδικής Διατήρησης, λαμβάνονται υπόψη οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές απαιτήσεις καθώς και οι περιφερειακές και τοπικές ιδιομορφίες.
Συνεπώς, η φιλοσοφία της Οδηγίας στηρίζεται στην αμφίδρομη αρχή ότι δεν μπορούμε να διαχειριζόμαστε μια περιοχή αν δεν την προστατεύουμε και δεν μπορούμε να προστατεύουμε μια περιοχή αν δεν τη διαχειριζόμαστε κατάλληλα.
Το δίκτυο NATURA 2000 σε μια χώρα που αποτελεί οικολογικό και πολιτιστικό απόθεμα, όπως η Ελλάδα, σηματοδοτεί την ευκαιρία για τον συγκερασμό και τη σύγκλιση των πολιτικών της αειφόρου ανάπτυξης. Οι άδηλοι πόροι που εμπεριέχονται σε μεγάλο βαθμό στους τόπους του δικτύου, όπως τα υπόγεια νερά, οι ακτές, το τοπίο και η άγρια ζωή, αποτελούν μέγιστη συνεισφορά στο μέλλον της χώρας.
Σε ότι αφορά τις χρηματοδοτήσεις, η Οδηγία έχει προβλέψει τη δημιουργία κατάλληλου μηχανισμού, τον οποίο το κράτος μας προτίθεται να χρησιμοποιεί στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. Σύμφωνα με την διαδικασία που έχει προβλέψει η Οδηγία, αποστέλλονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή οι εκτιμήσεις του κράτους μας σχετικά με τα ποσά που απαιτούνται για την τήρηση των υποχρεώσεών του στις περιοχές που εμφανίζονται τύποι οικοτόπων και είδη προτεραιότητας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η προστασία, διαχείριση, ανάδειξη και λειτουργία των περιοχών του δικτύου NATURA 2000 αποτελεί βασικό άξονα στη διαμόρφωση των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων τόσο του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (2000 – 2006) όσο και του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (2007 – 2013).
Η ένταξη ενός τόπου με γεωργικό χαρακτήρα στο δίκτυο NATURA 2000 κατά κανόνα οφείλεται στο γεγονός ότι παρά την ανάπτυξη της γεωργίας τα τελευταία χρόνια, οι φυσικοί οικότοποι και τα είδη έχουν διατηρηθεί τουλάχιστον σε μικρούς τοπικούς θύλακες. Σε αυτές τις περιοχές θα πρέπει να αποφεύγεται αλλαγή στις μεθόδους καλλιέργειας. Σε άλλες περιοχές, όπως στις γειτονικές των υγροτόπων, μια αλλαγή στο σύστημα της αγροτικής παραγωγής θα αποτελέσει το κύριο μέλημα διαχείρισης προς όφελος της προστασίας. Ιδιαίτερα προβλήματα δημιουργούνται και με την τυχόν εγκατάλειψη ορεινών καλλιεργειών που οδηγούν στην υποβάθμιση της βιολογικής ποικιλότητας. Κατά την εφαρμογή του αγρο-περιβαλλοντικού κανονισμού 2078/92/ΕΟΚ, ιδιαίτερη μέριμνα λαμβάνεται για τις περιοχές του δικτύου NATURA 2000.
Οι τόποι του δικτύου NATURA 2000 κατά κανόνα δεν αποτελούν σήμερα τουριστικά ανεπτυγμένες περιοχές. Μέσω του ελέγχου νέων δραστηριοτήτων και της εσωτερικής ζώνωσης θα επιχειρηθεί ένας αυστηρός περιορισμός στην υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων και των ειδών και μια συμβατή ανάπτυξη ήπιων δραστηριοτήτων αναψυχής και τουρισμού, έτσι ώστε οι επισκέπτες να μπορούν να απολαμβάνουν το φυσικό περιβάλλον και να ενημερώνονται για την αξία της περιοχής. Το οικολογικό δίκτυο μπορεί και πρέπει να είναι και ένα πολιτιστικό δίκτυο ανώτερης ποιότητας.
(Πηγή: «Η οδηγία των οικοτόπων και το δίκτυο NATURA 2000», ΥΠΕΧΩΔΕ)
ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Για τον χαρακτηρισμό των περιοχών ως προστατευόμενων σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία (ν. 1650/86, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από το ν. 3937/2011), προαπαιτείται:
α) για τον χαρακτηρισμό, την οριοθέτηση και τον καθορισμό χρήσεων γης και δραστηριοτήτων μιας περιοχής ως Απολύτου Προστασίας της Φύσης, Προστασίας της Φύσης και Εθνικού Πάρκου η έκδοση Προεδρικού Διατάγματος, κατόπιν πρότασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ύστερα από γνώμη της «Επιτροπής Φύση 2000» και του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σε εφαρμογή ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης (Ε.Π.Μ.). Η ανάθεση της σύνταξης Ε.Π.Μ. και η τελική έγκρισή της πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
β) Για το χαρακτηρισμό, την οριοθέτηση και τον καθορισμό όρων δόμησης, χρήσεων γης και δραστηριοτήτων μιας περιοχής ως Περιφερειακού Πάρκου, η έκδοση Προεδρικού Διατάγματος, κατόπιν πρότασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ύστερα από γνώμη της «Επιτροπής Φύση 2000» και του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με βάση ειδική έκθεση που τεκμηριώνει την οικολογική σημασία και τις προστατευτέες αξίες της. Ειδικά για το χαρακτηρισμό αγροτικών περιοχών υψηλής φυσικής αξίας ως περιφερειακών πάρκων, το προεδρικό διάταγμα εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Ειδικά για το χαρακτηρισμό θαλάσσιων περιοχών ως περιφερειακά πάρκα το προεδρικό διάταγμα εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Θαλασσίων Υποθέσεων Νήσων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
γ) Για το χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως Καταφυγίου Άγριας Ζωής εκδίδεται απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με βάση ειδική έκθεση που τεκμηριώνει την οικολογική ή άλλη φυσική αξία της περιοχής.
δ) Για το χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως Προστατευόμενου Τοπίου ή ως Προστατευόμενου Φυσικού Σχηματισμού εκδίδεται απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης με βάση ειδική έκθεση που τεκμηριώνει την οικολογική ή άλλη φυσική αξία του προστατευτέου αντικειμένου και γνώμη του αιρετού Περιφερειάρχη.
Τις προστατευόμενες περιοχές μπορούν να διαχειρίζονται Φορείς Διαχείρισης ή υφιστάμενες δημόσιες υπηρεσίες, ειδικές υπηρεσίες και ΝΠΔΔ ή φορείς που ορίζονται για το σκοπό αυτό με συμβάσεις διαχείρισης (ν 2742/99).
Επίσης καταρτίζονται πενταετή σχέδια διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών. Με τα σχέδια αυτά προσδιορίζονται, στο πλαίσιο των γενικότερων όρων και προϋποθέσεων, που τίθενται στα νομοθετήματα κήρυξης, οι κατευθύνσεις και οι προτεραιότητες για την εφαρμογή των έργων, δράσεων και μέτρων που απαιτούνται για την αποτελεσματική προστασία και διαχείριση των κατά περίπτωση προστατευόμενων αντικειμένων. Τα Σχέδια Διαχείρισης συνοδεύονται από προγράμματα δράσης.
Σύρος και NATURA 2000
Tο πανευρωπαϊκό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών NATURA 2000 αποτελείται από δύο κατηγορίες περιοχών, τις Ειδικές Ζώνης Διατήρησης (ΕΖΔ), που παλαιότερα ονομάζονταν Τόποι Κοινοτικής Σημασίας, και οι οποίες ορίζονται με βάση τους τύπος οικοτόπων και τα είδη φυτών και ζώων που αναφέρονται στην Οδηγία 92/43/ΕΟΚ (γνωστή ως Οδηγία Οικοτόπων), και τις Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) για την ορνιθοπανίδα και οι οποίες ορίζονται με βάση τα είδη πτηνών που αναφέρονται στην Οδηγία 79/409/ΕΚ (γνωστή ως Οδηγία για τα Πουλιά).
Σε πολλές περιπτώσεις, σε μία γεωγραφική ενότητα υπάρχουν επικαλύψεις των δύο τύπων προστατευόμενων περιοχών, καθώς μία οικολογικά σημαντική περιοχή μπορεί να εκπληρώνει τα κριτήρια για την υπαγωγή της και στις δύο κατηγορίες προστατευόμενων περιοχών. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στη Σύρο: η ΕΖΔ για τη Σύρο (ονομασία: όρος Σύριγγας μέχρι παράλια) είναι μικρότερη σε έκταση από τη ΖΕΠ της Σύρου (Βόρεια Σύρος και νησίδες) και τα γεωγραφικά της όρια περιλαμβάνονται εντός της ΖΕΠ.
Αυτό που έχει σημασία ως προς τη διαχείριση, επομένως, είναι ότι όλη η Βόρεια Σύρος, όπως ορίζεται γεωγραφικά από τα όρια της ΖΕΠ, είναι ενταγμένη στο Δίκτυο NATURA 2000.
Αυτό σημαίνει πως και οι ΖΕΠ είναι περιοχές Natura και έχουν το ίδιο καθεστώς προστασίας.
Σύρος, η Aπάνω Μεριά και οι γύρω νησίδες
- ΝΗΣΟΣ ΒΑΡΒΑΡΟΥΣΑ
- ΝΗΣΟΣ ΔΙΔΥΜΗ
- ΝΗΣΟΣ ΣΧΙΝΟΝΗΣΙ
- ΝΗΣΟΣ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ (ΦΑΡΟΣ ή ΓΑΪΔΟΥΡΟΝΗΣΙ)
- ΝΗΣΟΣ ΚΟΜΜΕΝΟ
- ΝΗΣΟΣ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ (ΚΟΜΗΤΟ)
- ΝΗΣΟΣ ΑΣΠΡΟΝΗΣΙ
Πιο αναλυτικά στοιχεία θα βρείτε εδώ: