Η ουτοπία είναι πράσινη
Τρία ερωτήματα για μιαν άλλη ανάπτυξη
Του Σερζ Λατούς
Στις 14 Οκτωβρίου, το αμερικανικό Εθνικό Κέντρο Ωκεανών και Ατμόσφαιρας ανακοίνωσε ότι ο Σεπτέμβριος υπήρξε ο θερμότερος μήνας από το 1880, οπότε και καταγράφεται με επιστημονικό τρόπο η θερμοκρασία του πλανήτη. Πέντε ημέρες αργότερα, το Διεθνές Συμβούλιο για την Επιστήμη προειδοποιούσε ότι ο κόσμος θα βρεθεί αντιμέτωπος με ακόμα περισσότερες φονικές φυσικές καταστροφές, οι οποίες συνδέονται με την επιτάχυνση του φαινομένου του θερμοκηπίου.
Εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, ατμοσφαιρική ρύπανση, κατασπατάληση των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων και του νερού… Όμως, πώς μπορούμε να δρομολογήσουμε τον ενάρετο κύκλο (δηλαδή, το ακριβώς αντίθετο του φαύλου κύκλου) της απο-ανάπτυξης, [1] εξασφαλίζοντας παράλληλα την κοινωνική δικαιοσύνη ;
Το σχέδιο για την οικοδόμηση μιας κοινωνίας που θα στηρίζεται στην αυτονομία και στην εξοικονόμηση συναντά μεγάλη αποδοχή, παρά το γεγονός ότι οι οπαδοί του είναι στρατευμένοι κάτω από διαφορετικές σημαίες : της απο-ανάπτυξης, της εναντίωσης στον παραγωγισμό, του κινήματος για τον αναπροσδιορισμό της ανάπτυξης, ακόμα και της βιώσιμης ανάπτυξης. Για παράδειγμα, το σύνθημα της εναντίωσης στον παραγωγισμό που ανέπτυξαν οι Πράσινοι αντιστοιχεί στην εντέλεια στην απο-ανάπτυξη, στην έννοια που ανέπτυξε το « Δίκτυο των αρνητών της οικονομικής μεγέθυνσης για τη μετα-αναπτυξιακή εποχή » (ROCAD). [2]
Συγκλίνει δε με τη θέση της Attac, η οποία, σε ένα από τα φυλλάδιά της τάσσεται υπέρ της « εξέλιξης προς μια σταδιακή και ήπια επιβράδυνση της υλικής μεγέθυνσης, κάτω από συγκεκριμένες κοινωνικές προϋποθέσεις. Αυτό θα αποτελέσει το πρώτο βήμα προς την ελάττωση της οικονομικής δραστηριότητας σε όλες τις καταστροφικές και άπληστες μορφές παραγωγής ». [3]
Ο ενάρετος κύκλος θα δρομολογηθεί μέσα από την προώθηση οκτώ αλληλεξαρτώμενων στόχων : επαναξιολόγηση, διαμόρφωση νέων εννοιών, αναδιάρθρωση, επιστροφή της παραγωγής στον τόπο που είχε εγκαταλείψει όταν αναζητούσε φτηνά εργατικά χέρια στο εξωτερικό, αναδιανομή, περιορισμός, επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση. Μάλιστα, η συμφωνία πάνω στις αξίες που απαιτούνται για να επιτευχθεί η αναγκαία « επαναξιολόγηση » υπερβαίνει, σε μεγάλο βαθμό, το επίπεδο των οπαδών της απο-ανάπτυξης, καθώς αρκετοί οπαδοί της βιώσιμης ή της εναλλακτικής ανάπτυξης κάνουν αντίστοιχες προτάσεις.
Ήδη από το 1975 το ίδρυμα Dag Hammarskjold συνιστούσε τα ίδια μέτρα που προτείνουν σήμερα οι οπαδοί της απο-ανάπτυξης : « Να περιορίσουμε την κατανάλωση κρέατος, να θεσπίσουμε ανώτατο όριο στην κατανάλωση πετρελαίου, να κατασκευάσουμε οικονομικότερα κτίρια, παράλληλα με παραγωγή καταναλωτικών αγαθών με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, κατάργηση των Ι.Χ. κ.λπ. ». [4]
Όλοι συμφωνούν ότι είναι ανάγκη να μειωθεί σημαντικά το « οικολογικό αποτύπωμα » [5] και υιοθετούν πρόθυμα όσα υποστήριζε ο Τζον Στιούαρτ Μιλ στα μέσα του 19ου αιώνα : « Όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες που δεν συνεπάγονται την παράλογη κατανάλωση υλικών τα οποία είναι αδύνατον να αντικατασταθούν, ή δεν καταστρέφουν με μη αναστρέψιμο τρόπο το περιβάλλον, θα μπορούσαν να αναπτύσσονται επ’ άπειρον. Ιδιαίτερα, οι δραστηριότητες τις οποίες πολλοί θεωρούν τις πιο επιθυμητές και ικανοποιητικές (π.χ. παιδεία, τέχνη, θρησκεία, βασική έρευνα, αθλητισμός και ανθρώπινες σχέσεις) θα μπορούσαν να γνωρίσουν πραγματική άνθηση ». [6]
Εχθροί και σύμμαχοι
Ας προχωρήσουμε ακόμα περισσότερο. Σε τελική ανάλυση, ποιος τάσσεται ενάντια στη σωτηρία του πλανήτη, στην προστασία του περιβάλλοντος, στη διατήρηση της χλωρίδας και της πανίδας ; Ποιος συνιστά τη διαταραχή του κλίματος και την καταστροφή της στιβάδας του όζοντος ; Σε κάθε περίπτωση, κανένας πολιτικός.
Υπάρχουν, μάλιστα, επιχειρηματίες, υψηλόβαθμα στελέχη και οικονομικοί ιθύνοντες που τάσσονται υπέρ της ριζοσπαστικής αλλαγής της πορείας που ακολουθούμε σήμερα έτσι ώστε να κατορθώσουμε να σώσουμε το είδος μας από την οικολογική και κοινωνική κρίση.
Πρέπει, λοιπόν, να εντοπίσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια τους αντιπάλους ενός μελλοντικού προγράμματος απο-ανάπτυξης, τα εμπόδια που θα συναντήσει η υλοποίησή του και, τέλος, την πολιτική μορφή που θα έπρεπε να έχει μια « οικοσυμβατή » κοινωνία.
Ι. Οι « εχθροί του λαού »
Είναι δύσκολο να προσωποιήσουμε τον αντίπαλο, γιατί οι οικονομικές οντότητες που κατέχουν στην πραγματικότητα την εξουσία -οι υπερεθνικές επιχειρήσεις, για παράδειγμα- είναι από τη φύση τους ανίκανες να την ασκήσουν άμεσα. Όπως παρατηρεί η Σούζαν Στρέιντζ, « μερικές από τις κυριότερες ευθύνες του κράτους σε μια οικονομία της αγοράς (…) δεν αναλαμβάνονται, πλέον, από κανέναν ». [7]α
Αφ’ ενός ο « Μεγάλος Αδελφός » είναι ανώνυμος, αφ’ ετέρου η υποδούλωση των υπηκόων του είναι περισσότερο εκούσια απ’ όσο ποτέ άλλοτε, καθώς η χειραγώγηση της διαφήμισης είναι απείρως πιο ύπουλη από εκείνη της προπαγάνδας… Κάτω από αυτές τις συνθήκες, πώς είναι δυνατόν να αντιμετωπίσουμε με πολιτικά μέσα τη μεγα-μηχανή ;
Κλασική απάντηση της άκρας αριστεράς : μια οντότητα, « ο καπιταλισμός », είναι η πηγή κάθε μπλοκαρίσματός μας και κάθε αδυναμίας μας. Μπορούμε να επιτύχουμε την απο-ανάπτυξη χωρίς να εγκαταλείψουμε τον καπιταλισμό ; [8] Στην απάντησή μας πρέπει να αποφύγουμε κάθε ίχνος δογματισμού. Πρόκειται για ζήτημα εξαιρετικής σημασίας. Ειδάλλως, υπάρχει ο κίνδυνος να μην κατανοήσουμε ουσιαστικά τα εμπόδια.
Το Ινστιτούτο Βούπερταλ έχει εκπονήσει και προτείνει αρκετά σενάρια, τα οποία βασίζονται στη θεωρία των παιγνίων, με βάση την στρατηγική όπου όλοι (φύση και κεφάλαιο) μπορούν να κερδίσουν. Για παράδειγμα, το σενάριο Negawatt : [9] Αποσκοπεί στον περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας στο ένα τέταρτο, ενώ θα εξακολουθεί να καλύπτεται το ίδιο επίπεδο αναγκών. Η καθιέρωση κατάλληλων φόρων, προδιαγραφών, πριμ, κινήτρων και επιδοτήσεων θα μπορούσε να καταστήσει ελκυστικές τις « ενάρετες » συμπεριφορές, με αποτέλεσμα να αποφεύγονται τεράστιες σπατάλες. Για παράδειγμα, στη Γερμανία δοκιμάστηκαν με επιτυχία συστήματα επιδότησης κτιρίων τα οποία στηρίζονται λιγότερο στην αξία των οικοδομικών εργασιών και περισσότερο στην ενεργειακή αποτελεσματικότητά τους. Για μια ολόκληρη σειρά αγαθών (φωτοτυπικά μηχανήματα, ψυγεία, αυτοκίνητα κ.λπ.), η ιδιοκτησία θα μπορούσε να αντικατασταθεί με την ενοικίαση, με αποτέλεσμα να αποφευχθεί η ξέφρενη κούρσα της παραγωγής νέων αγαθών και να ευνοείται η συνεχής ανακύκλωση. Θα μπορούσε, άραγε, να αποφευχθεί έτσι το « φαινόμενο του γκελ », δηλαδή η συνολική αύξηση της υλικής κατανάλωσης ; Δεν είναι καθόλου σίγουρο.
Ο οικοσυμβατός καπιταλισμός μπορεί να υπάρξει στη θεωρία, είναι, όμως, ανεφάρμοστος στην πράξη. Πράγματι, θα προϋπέθετε ένα ισχυρότατο ρυθμιστικό πλαίσιο, ακόμα και στην περίπτωση που θα επιδιωκόταν μονάχα η μείωση του « οικολογικού αποτυπώματος ».
Το σύστημα της γενικευμένης οικονομίας της αγοράς, στο οποίο κυριαρχούν οι υπερεθνικές εταιρείες, δεν θα προσανατολιστεί με αυθόρμητο τρόπο προς τον « ενάρετο » δρόμο του οικοκαπιταλισμού.
Για όλους αυτούς τους λόγους δεν μπορούμε να διανοηθούμε την κοινωνία της απο-ανάπτυξης χωρίς να ξεφύγουμε από τον καπιταλισμό. Όμως, αυτή η βολική φραστική διατύπωση συνεπάγεται μια ιστορική εξέλιξη, η οποία κάθε άλλο παρά απλή είναι… Η εξουδετέρωση των καπιταλιστών, η απαγόρευση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, η κατάργηση της μισθωτής εργασίας ή του νομίσματος, θα βύθιζαν την κοινωνία στο χάος, με τίμημα τη μαζική τρομοκρατία, η οποία, ωστόσο, δεν θα αποδεικνυόταν αρκετή για την καταστροφή του φαντασιακού που είναι διαποτισμένο από την εμπορευματοποίηση. Συνεπώς, το να ξεφύγουμε από την ανάπτυξη, την οικονομία ή την οικονομική μεγέθυνση δεν προϋποθέτει ότι θα πρέπει να απαρνηθούμε όλους τους κοινωνικούς θεσμούς που η οικονομία σφετερίστηκε (νόμισμα, αγορές, ακόμα και μισθωτή εργασία). Αντίθετα, θα πρέπει να τους επανεντάξουμε σε μια νέα, διαφορετική λογική.
ΙΙ. Επανάσταση ή μεταρρύθμιση ;
Ορισμένα απλά μέτρα -πολλά μπορεί να φαίνονται έως και ανώδυνα- ενδέχεται να δρομολογήσουν τους ενάρετους κύκλους της απο-ανάπτυξης. [10]
Τα συμπεράσματα από την προηγούμενη διάγνωση μάς οδηγούν σε ένα μεταβατικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, το οποίο στηρίζεται στην « απλή κοινή λογική » και θα μπορούσε να συνοψιστεί σε συγκεκριμένα σημεία.
– Επιστροφή σε ένα οικολογικό αποτύπωμα ίσο ή κατώτερο από την επιφάνεια του πλανήτη, δηλαδή σε μια υλική παραγωγή του επιπέδου των δεκαετιών 1960 και 1970.
– Ενσωμάτωση, στις τιμές, του πραγματικού κόστους των μεταφορών, το οποίο έως σήμερα δεν προσμετράται.
– Επιστροφή των παραγωγικών δραστηριοτήτων κοντά στον τόπο κατανάλωσης του προϊόντος.
– Επιστροφή στη μη βιομηχανική γεωργία, που είναι επικεντρωμένη στον αγρότη.
– Τόνωση της « παραγωγής » αγαθών που συμβάλλουν στην ανάπτυξη των ανθρώπινων σχέσεων.
– Περιορισμός της κατασπατάλησης ενέργειας, με περιορισμό της ενεργειακής κατανάλωσης στο ένα τέταρτο.
– Σημαντική αποθάρρυνση των δαπανών για διαφημιστικούς λόγους.
– Πάγωμα της τεχνολογικής καινοτομίας, πραγματοποίηση ενός σοβαρού απολογισμού σε αυτόν τον τομέα και αναπροσανατολισμός της επιστημονικής και τεχνικής έρευνας με βάση τις νέες προσδοκίες που έχουν διαμορφωθεί.
Σε αυτό το πρόγραμμα κατέχει κεντρική θέση η ενσωμάτωση, στις τιμές, του εξωτερικού κόστους (δηλαδή των ζημιών που προκαλούνται από τη δραστηριότητα ενός φορέα της οικονομίας, ο οποίος επιρρίπτει το κόστος των πράξεών του στο κοινωνικό σύνολο), η οποία, μάλιστα, θεωρητικά είναι σύμφωνη με την ορθόδοξη οικονομική θεωρία, θα επέτρεπε δε σχεδόν να φθάσουμε στην κοινωνία της απο-ανάπτυξης. Όλες οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές δυσλειτουργίες θα έπρεπε να βαρύνουν τις επιχειρήσεις που ευθύνονται γι’ αυτές. Ας φανταστούμε τις συνέπειες που θα είχε για τη λειτουργία των κοινωνιών μας η ενσωμάτωση, στις τιμές, του εξωτερικού κόστους των μεταφορών, της εκπαίδευσης, της ασφάλειας, της ανεργίας κ.λπ. Αυτά τα μεταρρυθμιστικά μέτρα -οι αρχές τους διατυπώθηκαν από τον φιλελεύθερο οικονομολόγο Αρθουρ Σέσιλ Πιγκού στις αρχές του 20ού αιώνα !- θα προκαλούσαν πραγματική επανάσταση.
Κι αυτό γιατί οι επιχειρήσεις που υπακούουν στην καπιταλιστική λογική θα αποθαρρύνονταν σε μεγάλο βαθμό. Γνωρίζουμε ήδη ότι καμία ασφαλιστική εταιρεία δεν δέχεται να ασφαλίσει τους κινδύνους που προκαλούν οι δραστηριότητες του πυρηνικού τομέα, η κλιματική αλλαγή ή οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί. Εύκολα μπορούμε να φανταστούμε την παράλυση που θα επέφερε η υποχρεωτική ασφαλιστική κάλυψη του υγειονομικού κινδύνου, του κοινωνικού κινδύνου (ανεργία) ή του αισθητικού κινδύνου. Σε πρώτη φάση, καθώς πολλές από τις οικονομικές δραστηριότητες δεν θα ήταν πλέον « κερδοφόρες », το σύστημα θα μπλόκαρε. Όμως, αυτό ακριβώς δεν αποτελεί μια επιπλέον απόδειξη ότι είναι επείγον να το εγκαταλείψουμε εγκαίρως και ότι είναι εφικτός ο μεταβατικός δρόμος που θα δημιουργήσει μια εναλλακτική κοινωνία ;
Συνεπώς, το πολιτικό πρόγραμμα της απο-ανάπτυξης είναι παράδοξο, γιατί η προοπτική της εφαρμογής λογικών και ρεαλιστικών προτάσεων έχει ελάχιστες πιθανότητες να υιοθετηθεί -κι ακόμα λιγότερες να επιτευχθεί- εάν δεν προηγηθεί ολοκληρωτική ανατροπή μέσα από την υλοποίηση μιας ουτοπίας : της οικοδόμησης μιας εναλλακτικής κοινωνίας. Με τη σειρά της, η οικοδόμηση προϋποθέτει έναν άπειρο αριθμό λεπτομερειακών μέτρων, δηλαδή αυτό ακριβώς που ο Μαρξ αρνιόταν να κάνει : μαγειρική μέσα στα μαγεριά του μέλλοντος. Ας εξετάσουμε, για παράδειγμα, την αναγκαία διάλυση των γιγάντιων επιχειρήσεων. Αμέσως προβάλλουν αναρίθμητα ζητήματα : μέχρι ποιο μέγεθος ; Και πώς θα οριστεί αυτό το μέγεθος ; Με βάση τον τζίρο ή τον αριθμό των εργαζομένων ; Πώς θα αντικαταστήσουμε τα τεχνικά μακροσυστήματα με μονάδες μικρών διαστάσεων ; Μήπως πρέπει, προκαταβολικά, να εξαιρέσουμε ορισμένους κλάδους ή ορισμένες διαδικασίες ; [11]
Σε κάθε περίπτωση, η μεταβατική περίοδος θα δημιουργούσε αναρίθμητα και εξαιρετικά λεπτά προβλήματα. Για παράδειγμα, ένα καθολικό πρόγραμμα μετατροπής των βιομηχανικών μονάδων θα μπορούσε να μετατρέψει τις αυτοκινητοβιομηχανίες σε εργοστάσια παραγωγής συστημάτων συμπαραγωγής ενέργειας. [12] Χάρη σε αυτά τα συστήματα, πολλά γερμανικά νοικοκυριά έχουν ήδη πάψει να είναι καταναλωτές ενέργειας και έχουν μετατραπεί σε καθαρούς παραγωγούς ενέργειας. Με λίγα λόγια, αυτό που λείπει δεν είναι οι λύσεις αλλά οι κατάλληλες συνθήκες για την υιοθέτησή τους.
ΙΙΙ. Παγκόσμια δικτατορία ή τοπική δημοκρατία ;
Η οικονομική μεγέθυνση είναι αναγκαία για τις καταναλωτικές κοινωνίες, γιατί χωρίς την προοπτική της μαζικής κατανάλωσης οι ανισότητες θα ήταν ανυπόφορες. Η τάση για εξίσωση των συνθηκών ζωής αποτελεί το φαντασιακό θεμέλιο των σύγχρονων κοινωνιών. Οι ανισότητες γίνονται αποδεκτές μονάχα προσωρινά, γιατί σήμερα γενικεύεται η πρόσβαση στα αγαθά που διέθεταν οι προνομιούχοι του χθες, και γιατί αύριο, αυτό που εξακολουθεί να αποτελεί πολυτέλεια σήμερα, θα είναι προσιτό σε όλους.
Γι’ αυτόν τον λόγο πολλοί αμφιβάλλουν για την ικανότητα των λεγόμενων « δημοκρατικών » κοινωνιών να λάβουν τα μέτρα που επιβάλλονται, και η μόνη διέξοδος που βλέπουν στο πρόβλημα είναι η επιβολή μιας αυταρχικής οικοκρατίας : του οικο-φασισμού ή του οικο-ολοκληρωτισμού. Ορισμένοι διανοητές στις υψηλότερες σφαίρες της Αυτοκρατορίας εξετάζουν αυτήν τη λύση για τη σωτηρία του συστήματος. [13] Θεωρούν ότι, όταν οι μάζες του Βορρά βρεθούν αντιμέτωπες με την απειλή της πτώσης του βιοτικού επιπέδου τους θα είναι πρόθυμες να παραδοθούν στους δημαγωγούς που θα τους υπόσχονται την διαφύλαξή του, με αντάλλαγμα την ελευθερία τους, έστω κι αν αυτό θα σημαίνει την επιδείνωση των κοινωνικών αδικιών και -φυσικά- την εξόντωση, εν καιρώ, ενός σημαντικού ποσοστού του είδους μας. [14]
Το στοίχημα της απο-ανάπτυξης είναι εντελώς διαφορετικό : η ελκυστικότητα της γεμάτης ζωντάνια ουτοπίας, σε συνδυασμό με την ένταση των πιέσεων τις οποίες θα χρειαστεί να αντιμετωπίσουν οι αλλαγές, μπορεί να ευνοήσει την « αποαποικιοποίηση του φαντασιακού » και να αποτελέσει το έναυσμα για τον απαραίτητο αριθμό « ενάρετων συμπεριφορών » που θα κινούνται προς την κατεύθυνση μιας λογικής λύσης, της τοπικής οικολογικής δημοκρατίας.
Πιθανότατα, η δημοκρατία μπορεί να λειτουργήσει μονάχα εάν η « πόλις » έχει μικρές διαστάσεις και είναι ιδιαίτερα προσκολλημένη στις ιδιαίτερες αξίες της. [15]
Σύμφωνα με τον Τάκη Φωτόπουλο, η γενικευμένη δημοκρατία προϋποθέτει μια « συνομοσπονδία δήμων », δηλαδή μικρών ομοιογενών μονάδων, περίπου 30.000 κατοίκων. [16] Κατά τη γνώμη του αυτός ο αριθμός επιτρέπει να ικανοποιούνται, σε τοπικό επίπεδο, οι περισσότερες από τις ουσιώδεις ανάγκες. « Δεδομένου του γιγαντισμού τους, είναι πιθανόν ότι πολλές από τις σύγχρονες πόλεις μπορεί να χρειαστεί να κατατμηθούν σε περισσότερους “δήμους” ». [17]
Έτσι, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν, κατά κάποιον τρόπο « μικρές δημοκρατίες σε επίπεδο γειτονιάς », περιμένοντας τη χωροταξία που οραματίζεται ο Αλμπέρτο Μανιάγκι. Αυτή η χωροταξία προϋποθέτει « μια μακρόχρονη (50 ώς 100 χρόνια) και σύνθετη φάση εξυγίανσης », κατά τη διάρκεια της οποίας το ζητούμενο δεν θα είναι, πλέον, η δημιουργία νέων καλλιεργήσιμων εδαφών ή καινούριων οδών επικοινωνιών που συνεπάγονται την καταστροφή παρθένων εκτάσεων, αλλά η εξυγίανση και η αποκατάσταση των συστημάτων που καταστράφηκαν ή μολύνθηκαν από την ανθρώπινη παρουσία. Μάλιστα, μέσα από όλα αυτά, θα επιχειρηθεί να δημιουργηθεί μια νέα γεωγραφία. [18]
Τοπική ανυπακοή
Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι πρόκειται για ουτοπία. Σίγουρα. Ωστόσο, αυτή η « τοπική ουτοπία » ίσως να είναι πιο ρεαλιστική απ’ ό,τι πιστεύεται, γιατί οι προσδοκίες και οι δυνατότητες πηγάζουν από συγκεκριμένα βιώματα των πολιτών. Ο Τάκης Φωτόπουλος υποστηρίζει ότι « η συμμετοχή στις τοπικές εκλογές δίνει τη δυνατότητα να αρχίσει κανείς να αλλάζει την κοινωνία “από τη βάση”, πράγμα που αποτελεί και τη μόνη δημοκρατική στρατηγική, σε αντίθεση με τις κρατικιστικές μεθόδους (οι οποίες προτείνουν την αλλαγή της κοινωνίας “από την κορυφή”, με την κατάληψη της κρατικής εξουσίας) και τις προσεγγίσεις της λεγόμενης “κοινωνίας των πολιτών” (οι οποίες δεν έχουν την παραμικρή πρόθεση να αλλάξουν το σύστημα) ». [19]
Σε κάθε περίπτωση, η δημιουργία τοπικών « δημοκρατικών » πρωτοβουλιών είναι περισσότερο « ρεαλιστική » από τη δημιουργία μιας παγκόσμιας δημοκρατίας. Εάν αποκλείεται η κατά μέτωπο επίθεση και ανατροπή της κυριαρχίας του κεφαλαίου και των οικονομικών δυνάμεων, απομένει η δυνατότητα να περάσουμε στην ανυπακοή.
Υπάρχει, επίσης, η στρατηγική των Ζαπατίστας και του υποδιοικητή Μάρκος. Η ανακατάκτηση ή η επανεφεύρεση των « commons » (του κοινοτικού, των κοινών αγαθών, του κοινοτικού χώρου) και η αυτοοργάνωση της βιοπεριοχής των Τσιάπας αποτελούν ένα παράδειγμα του τι είναι δυνατόν να επιτύχει -μέσα σε μια άλλη συγκυρία- ένα τοπικό εγχείρημα ανυπακοής. [20]
Σημειώσεις:
[1] ΣτΜ. : Δεδομένου ότι στην ελληνική γλώσσα χρησιμοποιούμε -κακώς- τον όρο ανάπτυξη (developpement) για να υποδηλώσουμε και τον όρο « οικονομική μεγέθυνση » (croissance), καθιερώθηκε τελικά ο όρος « απο-ανάπτυξη », ο οποίος είναι και πολύ πιο εύχρηστος για να αποδοθεί η λέξη « decroissance » που υποδηλώνει τον « περιορισμό της οικονομικής μεγέθυνσης » ή την « ελάττωση της οικονομικής δραστηριότητας ».
[2] www.apres-developpement.org.
[3] « Attac, le developpent, a-t-il un avenir ? », Mille et une nuits, Παρίσι, 2004, σελ. 205-206.
[4] Camille Madelain, « Brouillons pour l’avenir », Les Nouveaux Cahiers de l’IUED, nο 14, PUF, Παρίσι-Γενεύη, 2003, σελ. 215.
[5] ΣτΜ : Η επιφάνεια που απαιτείται για τη φιλοξενία όλων των ανθρώπινων δραστηριοτήτων έτσι ώστε να μην διαταράσσεται η φυσική ισορροπία.
[6] John Stuart Mill, « Principes d’economie politique », Dalloz, Παρίσι, 1953, σελ. 297.
[7] Susan Strange, « Chi governa l’economia mondiale ? Crisi dello stato e dispersione del potere », Il Mulino, συλλογή « Incontri », Μπολόνια, 1998.
[8] Έχει ήδη πραγματοποιηθεί διάλογος γι’ αυτό το ζήτημα στο « La Decroissance », nο 4, Λιόν, Σεπτέμβριος 2004.
[9] Πρόταση που έχει γίνει από την οργάνωση NegaWatt, η οποία συσπειρώνει μια εικοσάδα ειδικών και επαγγελματιών στους τομείς της εξοικονόμησης ενέργειας και της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Βλέπε www.negawatt.org/index.htm.
[10] Χωρίς να εμποδίζεται, εξάλλου, η λήψη και άλλων μέτρων για την εξυγίανση της κοινωνίας, όπως η φορολόγηση των χρηματοοικονομικών συναλλαγών ή η θέσπιση ενός ανώτατου ορίου εισοδήματος.
[11] Ο Ιβάν Ιλιτς πίστευε ότι υπάρχουν κλάδοι φιλικοί προς τον άνθρωπο και άλλοι που δεν θα γίνουν ποτέ φιλικοί. Ivan Illich, « La Convivialite », Seuil, Παρίσι, 1973, σελ. 51.
[12] Βλέπε Maurizio Pallante, « Un futuro senza luce ? » Editori Riuniti, Ρώμη, 2004.
[13] Συζητείται ολοένα περισσότερο σοβαρά στους κόλπους μιας σχεδόν μυστικής λέσχης της παγκόσμιας ελίτ, της λέσχης Bilderberger.
[14] Βλέπε William Stanton, « The rapid Growth of Human Population 1750-2000, Histories, Consequences, Issues, Nation by Nation », Multi-Science Publishing, Μπρέντγουντ, 2003.
[15] Τάκης Φωτόπουλος, « Vers une democratie generale. Une democratie directe, economique, ecologique et sociale », Seuil, Παρίσι, 2001, σελ. 115. (ΣτΕ : Αναθεωρημένη έκδοση του « Περιεκτική Δημοκρατία », Καστανιώτης, 1999).
[16] Στην αρχαία Ελλάδα ο φυσικός χώρος της πολιτικής είναι η « πόλις », η οποία αποτελείται από συνοικίες και χωριά.
[17] Τάκης Φωτόπουλος, όπ.π., σελ. 215.
[18] Alberto Managhi, « Le projet local », Mardaga, Βρυξέλλες, 2003, σελ. 38.
[19] Τάκης Φωτόπουλος, όπ.π., σελ. 241.
[20] Σε κάθε περίπτωση, αυτή είναι η ανάλυση του Gustavo Esteva στο « Celebration of Zapatismo, Multiversity and citizens International », Πενάνγκ, 2004.
http://www.monde-diplomatique.gr
1. Ιανουάριος 2006