Γράμματα – Το λίθινο χρονικό της νήσου Σύρου
Γράμματα – Το λίθινο χρονικό της νήσου Σύρου
του Τέου Ρόμβου
Ήμουν γέννημα και θρέμμα της μεγάλης πόλης. Είχα περάσει μεγάλο μέρος της ζωής μου ζώντας αποξενωτικά, αλλοτριωμένα, ασυνάρτητα στις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις. Τα καλοκαίρια κατέβαινα στα νησιά του Αιγαίου. Μύχιος πόθος μου ήταν να ζήσω μόνιμα σ’ ένα νησί. Να γευτώ αυτή την ξεχωριστή εμπειρία ζωής σε μια στεριανή λωρίδα γης που την ταξιδεύει πάνω από τις αβύσσους της θάλασσας ο βοριάς που λυσσομανάει νύχτα-μέρα. Με τρέλαινε η ιδέα της χειμωνιάτικης μοναδικότητας του αποκλεισμένου από τη φουρτουνιασμένη θάλασσα νησιού. Επέλεξα το Συριανό Τοπίο επειδή το βρήκα ουσιαστικό, σκληρό, σχεδόν ασκητικό και έγινα κάτοικος Σύρου. Από τη μια η ζωντανή μικρή πόλη με μια επαρκή ανθρωποκοινωνία, από την άλλη ένα φυσικό πάρκο στη βόρεια πλευρά του νησιού, μια αρμονική φυσική ενότητα, μια άθικτη φυτοκοινωνία. Σε τούτα τα μέρη είχε γεννηθεί ο Αιγαιακός πολιτισμός, που οι αρχαιολόγοι τον περιγράφουν σαν την αυγή του ανθρώπινου πολιτισμού. [Cycladic; Keros-Syros culture].
Μου πήρε περισσότερο από 3 χρόνια για να οργώσω με τα πόδια ολόκληρο το νησί. Περιπλανιόμουνα στη Χαλανδριανή, στο Καστρί, στο Γαλησσά, στο Σκόπελο, στις βουνοπλαγιές με τα λίγα κι αραιά δέντρα, τους θάμνους, τα ελάχιστα τρεχούμενα νερά. Το βουητό των μελισσών που ακολουθούν τις διαδρομές του νέκταρος, οι αλίφωνες που ριγούν στις πνοές του ανέμου δίπλα στη θάλασσα, μικρές πηγές με υδροχαρή φυτά, απόκρημνες, βραχώδεις ακτές, ασβεστολιθικά και ηφαιστειακά πετρώματα, γκρεμνοί, θαλασσινές σπηλιές όπου ζουν φώκιες και θαλάσσιες χελώνες, αμμόλοφοι, σάρες, μικρά φαράγγια, αμμοθίνες. Και στη διάρκεια αυτής της περιπλάνησης πάνω στα πανάρχαια βράχια ανακάλυψα πλήθος από προϊστορικά χαράγματα, σχέδια που ψηλαφούσαν μια πρώτη μορφή γραφής, αποτυπώσεις κάποιων συμβόλων, αστέρες, κοχλίες, σπείρες, ρόμβους αλλά και ανθρώπους και κάποιο σύστημα μέτρησης, όπως και αποτυπώσεις πλωτών μέσων της εποχής. Στάθηκα με σεβασμό μπροστά σε όλες αυτές τις “λίθινες μαρτυρίες” χιλιάδων χρόνων που απλώνονταν στα πόδια μου και αφηγούνταν καθημερινές ιστορίες των κατοίκων του νησιού και των περαστικών ταξιδιωτών.
Στη διάρκεια των περιπλανήσεών μου φωτογράφιζα κάθε είδους χάραγμα που έχει γίνει πάνω στις πλάκες και στους βράχους από ανθρώπινο χέρι. Φωτογράφισα και αρχειοθέτησα όλο αυτό το “χαραγμένο χρονικό” που αποτελεί μέρος της ιστορίας ενός νησιού του Αρχιπελάγους και του έδωσα τη μορφή βιβλίου.
Πάνω στα βράχια του νησιού είδα χαραγμένη τη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας. Περπάτησα πάνω σε τρισχιλιόχρονα μηνύματα και σε ομιχλώδεις εγχαράξεις. Στάθηκα μπροστά σε θολά πελεκήματα βράχων με μυστηριώδεις ασάφειες, σε υποθετικά προαύλια αρχαίων ναών και βυζαντινών εκκλησιών.
Στην περιοχή Γράμματα, υποπτεύθηκα ελάχιστα ίχνη, ίσως μόνο τα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στο ναό του Ασκληπιού, εκεί όπου αργότερα χτίστηκε ο ναός της Ίσιδος και του σύνναού της Σεράπιδος. Αυτοί ήταν οι προστάτες θεοί των πλεόντων και σωτήρες των ναυτικών που θαλασσοδέρνονταν με τα καρυδότσουφλα πλοία τους, κωπηλατώντας για ώρες στο ίδιο σημείο στην προσπάθειά τους να σωθούν. Εδώ προσορμίζονταν οι ναυτικοί -προσκυνητές, ταξιδιώτες, έμποροι, πειρατές-, άλλοτε μόνο για να πάρουν νερό ή να βρουν τροφή, άλλοτε για να κάνουν καρτέρι κι άλλοτε για να φυλαχτούν από τα μπουρίνια, τρομοκρατημένοι και λιγοψυχισμένοι μπροστά στα έντονα φυσικά φαινόμενα, στα στοιχειά της θάλασσας. Στις φουρτούνες, στους κεραυνούς που προσέκρουαν στην τρικυμισμένη θάλασσα, στις αστραπές και στις εκκωφαντικές βροντές, στο λυσσομάνι του αέρα που αλυχτούσε σαν πελώριο αγριεμένο θεριό, στο παγωμένο χαλάζι, στη νεροποντή, στα αγριεμένα κύματα που σκέπαζαν το σκαρί, στη μανιασμένη θάλασσα και στον αέρα που γεννούσαν στροφίλους, δίνες, και θαλάσσια τέρατα, στα υπόγεια και ύπουλα ρεύματα που ξεσέρνανε το σκάφος, στα θαλάσσια περάσματα που το έσπρωχναν να τσακιστεί στα βράχια, και στους υποβρύχιους υφάλους που καραδοκούσαν την αβλεψία.
Οι θαλασσοπνιγμένοι βάζανε πλώρη για τον απάνεμο κόλπο των Γραμμάτων και μόλις καβατζάρανε το ακρωτήρι σώζονταν, γιατί εκεί καλμάριζε ο καιρός. Και τότε οι άνθρωποι αυτοί, που ’χαν τραβήξει των παθών τους τον τάραχο, πελεκούσαν πάνω στο βράχο τις ευχαριστίες τους στους θεούς, που τους βοήθησαν να σωθούν. Είχαν φτάσει τόσο κοντά στον πνιγμό, στο θάνατο, και βγήκαν ζωντανοί. Είχαν γνωρίσει την αντάρα και το χοχλάκιασμα της θάλασσας και τώρα δόξαζαν την αξία της πρόσκαιρης ύπαρξης. Ο τρόμος του πνιγμού ξυπνούσε στην ανθρώπινη συνείδηση αρχαίους θρύλους. Η ιστορία του θεού που θυμώνει και αποφασίζει να αφανίσει τους ανθρώπους πνίγοντας τη Γη μέσα στο νερό είναι γνωστή από το έπος του Γκιλγκαμές, ως ασσυρο – βαβυλωνιακή, από την Παλαιά Διαθήκη, ως ιουδαϊκή, από τον Πίνδαρο, ως ελληνική, και βρίσκεται απλωμένη σ’ όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Στους λαούς των Ινδιών, της Κορέας, της Ινδονησίας, της Αυστραλίας, στους Ερυθρόδερμους της Αμερικής. Κι αυτό τον αρχέγονο τρόμο που σκορπάει ο οργισμένος θεός θα ένιωθαν οι περαστικοί ναυτικοί και ταξιδιώτες που προσορμίζονταν στον όρμο των Γραμμάτων, και σκαλίζοντας το όνομα του πλοίου τους στα βράχια το έθεταν κάτω από την προστασία της θεότητας.
Είναι αυτονόητο ότι ο μικρός όρμος Γράμματα, στη βορειοδυτική ακτή της Σύρου, οφείλει την ονομασία του στις εκατοντάδες επιγραφές που βρίσκονται χαραγμένες στα βράχια από τα πανάρχαια χρόνια, τη ρωμαϊκή εποχή και το Βυζάντιο. Ο όρμος δεν έπαψε ποτέ, στη διάρκεια των αιώνων, να είναι το καταφύγιο των χειμαζόμενων ναυτικών και ταξιδιωτών από τα άγρια μελτέμια του Αιγαίου.
Οι χαραγμένες επιγραφές είναι στην πλειοψηφία τους ευχές. Περιέχουν παρακλήσεις προς τους θεούς για να τους δώσουν καλό ταξίδι ή ευχαριστίες για τη σωτηρία τους από την τρικυμία. Προς τον Ήλιο, τον Ασκληπιό, τους Διόσκουρους, που στην αρχαιότητα είχαν τη θέση του Αγίου Νικολάου, την Ίσιδα, που άπλωνε το ένδυμά της σαν ιστίο και οδηγούσε το πλοίο με ασφάλεια, τον Σέραπι, θεότητα αιγυπτιακής προέλευσης που στα ελληνιστικά χρόνια διαδέχτηκε τους ελληνικούς θεούς και λατρευόταν μέχρι τον 4ο μ.Χ. αιώνα και του οποίου ναός υπήρχε πιθανόν στα Γράμματα.
Εκείνα τα χρόνια διέπλεαν το Αιγαίο πλοία προερχόμενα από τις ακτές της Θράκης, τα Δαρδανέλια, τον Εύξεινο Πόντο, τα νησιά και τα παράλια της Μικράς Ασίας κι ολόκληρο το Αρχιπέλαγος, αλλά και πλοία της Συρίας, της Κιλικίας, της Αιγύπτου και του υπόλοιπου γνωστού τότε κόσμου, κι ο κάθε ταξιδιώτης προσευχόταν στο δικό του θεό, ζητώντας του να κατευνάσει τη μανία της τρικυμισμένης θάλασσας και να τους οδηγήσει στον προορισμό τους. Οι επιγραφές είναι μαρτυρίες για τους κινδύνους που αντιμετώπισαν οι ταξιδιώτες που προσορμίστηκαν στα Γράμματα, όταν το Αιγαίο αγρίευε από τη μανία των στοιχειών και ο κάβο Ντόρος έβγαζε φίδια.
Σήμερα, στην περιοχή των Γραμμάτων σώζονται γύρω στις εκατό επιγραφές. Παλαιότερα ήταν πολύ περισσότερες, εξαφανίστηκαν όμως με το πέρασμα του χρόνου, ανεμοφαγώθηκαν και νεροπλύθηκαν τα βράχια, και χάθηκαν οι γραφές. Μερικές από τις επιγραφές είναι πλέον αδύνατο να διαβαστούν. Τις επιγραφές αυτές πρώτος τις πρόσεξε ο ανθρωπολόγος και ερευνητής αρχαιολόγος Κλων Στέφανος. Κατασκήνωσε εκεί, στα μέσα του 19ου αιώνα, και κάτω από αντίξοες συνθήκες και με κακουχίες τις κατέγραψε και τις μελέτησε. Ο Στέφανος, λοιπόν, υποστηρίζει ότι οι επιγραφές αυτές καλύπτουν μια ολόκληρη χιλιετία, δηλαδή, από τα ελληνιστικά χρόνια μέχρι την αρχή της 2ης χιλιετίας. Σε μια από τις επιγραφές διαβάζουμε τη χρονολογία (ς)φά, (993 μ.Χ.), ενώ και σε άλλες υπάρχουν ενδείξεις για χρονολογίες, όμως η έλλειψη ενιαίου χρονολογικού συστήματος, μιας και κάθε τόπος είχε το δικό του χρονολογικό σύστημα, κάνει δύσκολη την αναγνώριση.
Στα δυτικά υπάρχει ένα βραχώδες ακρωτήριο που βλέπει στη θάλασσα, είναι ψηλό και απότομο, δείγμα πως σε κοσμογονικούς χρόνους ένα κομμάτι του νησιού, εδώ, βούλιαξε. Οι Συριανοί το ονομάζουν Γριά Πούντα και στην κορυφή του υπάρχουν οι ελληνιστικές και ρωμαϊκές επιγραφές. Η κορυφή του ακρωτηρίου πιθανότατα χρησιμοποιούνταν σαν «σκοπή», από τους γεμάτους αγωνία ναυτικούς και επιβάτες, για να παρακολουθούν πότε θα κάνει μπουνάτσα. Από το σημείο αυτό φαίνεται ολόκληρο το αναπεπταμένο πέλαγος. Είναι, επίσης, πολύ πιθανό, το σημείο αυτό να χρησιμοποιούνταν ως φάρος για την καθοδήγηση των δοκιμαζόμενων στη διάρκεια μιας τρικυμισμένης νύχτας, ώστε να επισημαίνεται η θέση του όρμου. Ή ακόμη και σαν παρατηρητήριο από τους πειρατές που φωλιάζανε στον κόλπο και περιμένανε να λαφυραγωγήσουν κάθε ανυποψίαστο πλοίο.
1. Μιθρῆς Κολλυβᾶ
καὶ Ἑρ[μ]ογένης
[κ]αὶ Ἀρ[τ]εμίδ[ω]ρος.
2. σκοπὴ Χ— — —
[τῶ]ν πλε[υσ]άντων
[σὺ]ν — — — —
καὶ — — — —
5. [I]MPERPER….ELL…
Α]Ν[ΝΟ] ΕΞΗΣ
ΞΗ
6. ΜΙΘΡΗΣ
7. Ἀπολλώ[ν]ι[ος]
Ῥόδιος.
8. χαῖρε, Χλόη.
9. Ἀθηνοβίου
τοῦ ναυκλήρου.
10. εὔπλοια
τῷ φιλο-
σεράπι
τῷ(?) Ἰουλι-
ανῷ
Ἀρτεμισίου
Μειλησίω.
11. Phi[l]eros
—i[a]el.
13. [πα]ρ[ὰ] τῷθεῷ
ἐμνήσθη
[Α]ἴλ. Φλαβι[α]νὸς
πλ[έ]ωνἐντ[ῇ]
5
— — — — — — —
[κ]αὶ — — —
— — — — — — —
εὔπλοια.
14. ἐμνήσθηῬυθμὸςΤι.
Κλαυδίου [Ἀ]λεξάν–
[δ]ρου
[Ζ]μυρναίου.
15. L. Vettius Mella
L HII
16. <ἐ>μνήσθη [Ἀ]πολλῶς·
ἡμέθοδοςπαρὰτῷ
Σεράπικαὶτῇσκο–
πῇ.
17. Δ[ίω]ν(?) ἐμν[ή]σθη Ἀλεξανδ-
ρίδος.
18. Εὔπλαστος.
21. vita[lis
Διοτίμα
23. Σαρπηδὼν
Σαρπηδόνος
[ἐ]ποίει(?) μνισ[θεὶς(?)]
— — — — — — —
Στο κάτω μέρος της πλαγιάς, που κατεβαίνει κλιμακωτά προς το μυχό του κόλπου, φαίνεται ότι υπήρξε στην αρχαιότητα λατομείο και στα βράχια που βρίσκονται πολύ κοντά στη θάλασσα, στις λειασμένες από την εξόρυξη επιφάνειες της πέτρας, είναι χαραγμένες οι πρωτοχριστιανικές και οι επιγραφές, που έγιναν κατά τη διάρκεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας, και είναι καλλιγραφημένες και ιδιαίτερα προσεγμένες.
Κάποιες από τις επιγραφές αναφέρουν ονόματα ανδρών, καπετάνιων, ναυτικών ή επιβατών, που υποχρεώθηκαν, από την τρικυμία που συνάντησαν στο πέρασμα των Γιούρων, να καταφύγουν στον όρμο των Γραμμάτων και να περιμένουν τη βελτίωση του καιρού για να συνεχίσουν το ταξίδι τους.
Οι επιγραφές που βρίσκονται χαραγμένες στο εγκαταλειμμένο πανάρχαιο λατομείο, στην πλευρά του ακρωτηρίου που βλέπει προς τον όρμο, στην πλειοψηφία τους χριστιανικές, παρέχουν περισσότερες πληροφορίες για τους ανθρώπους και τα πλοία που κατέφυγαν εκεί για να σωθούν. Με την επικράτησή του ο Χριστιανισμός εξαφάνισε τον Ασκληπιό, το Σέραπι και όλους τους άλλους θεούς της αρχαιότητας και τη θέση τους πήρε ο Άγιος Φωκάς. Κοντά στα ελάχιστα απομεινάρια της εκκλησίας του διαβάζονται αρκετές επιγραφές με επικλήσεις βοήθειας. Οι γραφές αυτές αρχίζουν συνήθως με το «Κύριε βοήθι» ή με το «Κύριε σώσον» και συνεχίζονται με ικεσίες προς τον Ύψιστο να σώσει το πλοίο και τους επιβάτες του. Σε μερικές από αυτές προστίθεται και το όνομα του γράψαντος μαζί με το όνομα του πατέρα και της πατρίδας του, και σε άλλες το όνομα του πλοίου και του κυβερνήτη του, καθώς και ο μήνας και ο χρόνος που το πλοίο αναγκάστηκε να καταφύγει στο φιλόξενο όρμο των Γραμμάτων. Στην πλειοψηφία τους οι επιγραφές της περιόδου αυτής είναι γραμμένες με παραφθαρμένο ρωμαΐζον αλφάβητο και γεμάτες με ανορθογραφίες, που δίνουν μια εικόνα της κατάστασης της δημοτικής παιδείας του βυζαντινού κράτους. Επίσης τα ορθογραφικά λάθη στις επιγραφές της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής εποχής εξηγούνται από την απώλεια της αρχαίας προσωδίας, δηλαδή της προφοράς της αρχαίας ελληνικής γλώσσας κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Πολλές από τις επιγραφές διαφέρουν στον τύπο, σε μερικές γίνεται επίκληση προς το Θεό, τον Άγιο Φωκά και τους Άγιους Πάντες. Σε άλλες εκφράζονται ευχαριστίες στο Θεό, γιατί έσωσε αυτούς που κινδύνεψαν στο πέλαγος. Σε κάποιες άλλες διατυπώνεται η ευχή για καλοτάξιδο και πρίμο καιρό και σε μια αναφέρονται τα εγκαίνια μικρού ναού που βρίσκεται στην περιοχή και που δε σώζεται πλέον σήμερα.
Πολλές από τις χριστιανικές επιγραφές είναι χαραγμένες μέσα σε τετράγωνα πλαίσια που παριστάνουν πινακίδες με λαβές (tabula ansata). Κάποιες από αυτές έχουν στην αρχή σταυρό, ενώ μία κοσμείται από επτάφωτη λυχνία, πράγμα που σημαίνει ότι σκαλίστηκε από Εβραίο ταξιδιώτη. Κοντά στις επιγραφές αυτές συναντάμε χαραγμένα σύμβολα: πεντάλφες, καρπούς ροδιάς ή ένα κεφαλαίο γράμμα Φ. Επίσης ένα κράνος θυσανωτό, ένα σταυρό σε κύκλο, το Α και το Ω.
Τα χαραγμένα ονόματα είναι στην πλειοψηφία τους αρχαία ελληνικά, όπως Ευλιμένιος, Λεόντιος, Διοτίμα, Ευνόμιος, Αστήρ, Μακρόβιος, Συνετός, Χλόη, Μεγαλονήμων, Μητρόδωρος, Σωφρόνιος, Ισίδωρος, Φιλαλήθειος, Εύπλαστος, Ηρακλής, Απολλώνιος, Οινόη. Ο Φιλαλήθειος αναφέρεται ως ιδιοκτήτης πλοίου που αραξοβόλησε στον όρμο, και καταγόταν από την Άνδρο. Πατρίδες αυτών που χάραξαν τις επιγραφές προς τους θεούς είναι η Άνδρος, η Πάρος, η Έφεσος, η Μήλος, τα Πίναρα, το Πηλούσιο, η Μίλητος και ως προς το επάγγελμα ή το αξίωμα ήταν ναυτικοί, ναύκληροι, στρατιώτες, μοναχοί, ένας κένταρχος Δομέτιος, ένας Εφέσιος χιλίαρχος ονόματι Ευλιμένιος, ένας ύπατος Στέφανος. Είναι άγνωστο όμως εάν είναι ο ίδιος με εκείνον που αναφέρεται σε μια σφραγίδα που βρέθηκε στην Καλαβρία με την επιγραφή «Κύριε, βοήθει τω σω δούλω Στεφάνω υπάτω και βασιλικώ σπαθαρίω» ή κάποιος άλλος, όπως παρατηρεί ο Κλων Στέφανος.
Α Ω -Εγώ το άλφα και το ωμέγα, η αρχή και το τέλος.
1. Κ(ΥΡΙ)Ε ΒΟΘΗ ΤΟΥ ΔΟΥ
ΛΟΥ ΣΟΥ ΓΕΩΡΓΙ
ΚΕ ΤΗΣ ΜΗΤΡΗ ΑΥΤΟΥ
ΓΕΩΡΓΙΑ ΑΜΗΝ
2. [Κ(ύρι)ε βοήθει τοῦ] δού-
[λου σου] Δωμετήου
κεντάρχου
κ[αὶ συμπλοίας αὐτοῦ. ἀμήν].
3. σύ, Κ(ύρι)ε, βωήθι
το̑ οἴκῳ μου
κέ μοι το̑ γρά-
ψ[α]ντι. ἀμή[ν].
4. Κ(ΥΡΙ)Ε ΕΥΧΑΡΙ[ΣΤΟΥ
ΜΕΝ ΣΟΙ ΟΤ[Ι Ε
ΣΩΣ[ΕΣ Ι]ΜΑΣ
……ΚΟΣ ΜΙΛΙ
ΣίΩΣ
ΕΝΠΩΡίΟΥ υπ[π]ώνο[ς
5. ὁ χῶρος [τ]ῶν ἁγίων [πάντω]ν,
σῶσαι [τὸ] πλοῖ[ον Μ]αρί[α]ν μετ[ὰ] τ-
[— — — ἐ]στιν (καὶ) Ἰω[ά]ν[νου]
ν[α]υκλ[ή]ρου (καὶ) [τῶν] συνπλ[ε]όντω[ν]
[ἐν α]ὐτ[ῷ].
6. Κ(ύρι)ε σ[ῶσο]ν τὴν σύ[μ]-
[π]λοια Στεφ[ά]νο(υ)
(καὶ) Ὑπάτου. ἀμήν.
7. Κύ(ριε) σῶσων τὸ πλῖ[ον]
Γεωργίω{ν} [κὲ] Πέτρο να[υ]-
κλήρων με[τ]ὰ τ[ῖ]ς συ-
πλύ(ας) αὐτοῦ Μιλισίων
(καὶ) Πιλου[σ]ιανῶ(ν). ἀμήν.
8. Κ(ΥΡΙ)Ε ΣΟΣΟΝ ΤΗΝ ΣΥΜ
ΠΛΥΑΝ ΙΣΙΔΟΡΟΥ
ΑΠΙΚΡΑΝΤΙΟΥ ΓΥΑ
ΡΙΤΟΥ ΑΜΗΝ ΧΡΙΣΤΕ
9. Κύριε βο[ή]θει τῷ δούλῳ σου
Μακροβίῳ Μαβ[ρ]ι[κ]ιανῷ,
[καὶ —] συπλ[οί]ῳ. ἀμ[ήν].
— — — — — —ρίων
— — — καὶ — — —
[π]λ[οια]ν [τὴν ἐ]ν [τ]ῷ πλ[οίῳ]
κ[α]ὶ [τοὺς αὐτοῦ(?)] συνπλ[έοντας].
10. Χρ(ιστέ) βοήθει τῷ δούλῳ σου
Εὐλιμενίῳ
Ἐφεσίῳ χ(ιλιάρχῳ)(?) τῆς
[Ἀ]σίας καὶ τοῖς συν-
πολίτες τοῖς αὐραρίοις.
11. Κ(ύρι)[ε] σο̑σον τὼ
πλοῖον Μαρία
Ἰσδόρου Πι-
να[ρ]έως.
12. [Κ(ύρι)]ε σο̑σον πλῦον Σεργίου [ὀπτ]ήονος(?)
καὶ ἄρχοντος [․․․․․ μ]ετὰ
το̑ν πλεόντον ἐν αὐτο̑. ἀμίν.
․․ Γρ[η]γορίου <ὑ>πατικοῦ.
13. Κύριε βοήθι τῷ δού-
λῳ σου Γοργονίῳ
Παρίῳ
κὲ Ἰσ— —.
14. ΚΥΡΙΕ ΒΟΗΘΗΣΟ]Ν ΠΕΤΡΟΝ
……………………………ΣΩΣΟΝ
τὸ σκάφος Μαυριανοῦ ναυ(κλήρου)
καὶ Ἰω(άννου) ἀδελ[φ]οῦ Μ[αρ]οννιτ(ῶν)
(καὶ) το̑ν ἐν αὐτο̑ ναυτο̑[ν]
Κυρικίου (καὶ) Ι[ο]ύσ[τ]ου. ἀμίν.
15. Κ(ΥΡΙ)Ε ΒΟΗΘΙ ΤΟ ΔΟΥ
ΛΟ ΣΟΥ ΕΥΝΟΜΙΟ
ΚΕ ΠΑΣΗ ΤΗ ΣΥΝΠΛΟΙ
Α ΑΥΤΟΥ ΝΑΞΙΟΙΣ
16. σῶσω(ν) Κ(ύρι)ε πλύω Ἰωάννου
[(καὶ)] Μαρτυρίου Μηλ<ί>ων
μετὰ τῆς συνπλύας αὐτοῦ.
ἐκατεπορ<εύ>σαμεν μινὴ
Ἰαννουαρίο — —
17. ΧΡΙΣΤΕ ΒΟ(Η)ΘΗ ΤΩ
ΔΟΥΛ[Ω ΣΟΥ.………
………………… ΝΩ ΤΩ
…………………………
18. Κ(ύρι)ε κ[αὶ] [ἅ]γιε Φωκᾶ σο̑σο[ν]
τὸ [πλ]οῖον Μαρίαν καὶ το-
ὺς [π]λέοντας ἐν αὐτο̑
— — — πηδάλιο — —
— — — — — — — — — —
20. Κ(ύρι)ε σῶ(σο)ν τοὺς
δο(ύ)λους <σ>ου Θρε-
μίστα(?) [Ν]αξίους
καὶ πάντων σὺ[ν αὐτ]-
ῶ <(καὶ) Ε>ὐνωμί[ου τοῦ]
γ<ρ>άψα[ντος τὴν]
[ε]ὐχί[ν]. ἀμίν.
21. Κ(ύρι)ε σῶσω τὸν δ-
οῦλό σου Σύνετον
στρατιώτη μετὰ
το̑ν συπλεώντο[ν]
αὐτοῦ Νη[— —]-
κου. ἀμή[ν].
25. Χρ(ιστέ) σῶ[σ]ω[ν]
[— — ἀπὸ] τῶν
διοκόν-
των με κ[ακο]ύ[ρ]-
[γω]ν. θ[εὲ] σῶ(σο)ν.
27. ΧΡΕ ΒΟΗΘΗ ΤΟ
ΔΟΥΛ….
31. εὐχαριστοῦμέ σοι Κ(ύρι)ε ὥτι ἔσω-
σες τῷ δούλῳ σου Ἀστέρι Ναξίῳ
κὲ πάσ[ᾳ] τῇ σοιπλοίᾳ αὐτοῦ.
[ἀ]μήν.
Από τα πλοία που βρήκαν καταφύγιο στον όρμο αναφέρονται τα ονόματα μόνον οκτώ, από τα οποία τα τέσσερα φέρουν, παραδόξως, το ίδιο όνομα: Μαρία. Γεγονός είναι ότι από τον ερημικό αυτό ορμίσκο της Σύρου πέρασαν στη διάρκεια των αιώνων με κωπήλατα και ιστιοφόρα πλοία όλες οι φυλές του μεσογειακού κόσμου και όλοι οι ναυτικοί -έμποροι, ταξιδιώτες, πειρατές, Κυκλαδίτες, Μικρασιάτες, Πόντιοι, Σύροι, Αιγύπτιοι, Ρωμαίοι, Καρχηδόνιοι, Βυζαντινοί-, που διέπλεαν το Αρχιπέλαγος για να μεταφέρουν εμπορεύματα και επιβάτες από το ένα μεσογειακό λιμάνι στο άλλο, και άφησαν τις επιγραφές και τις υπογραφές τους πάνω στα βράχια των Γραμμάτων. Που σήμερα μπλέκονται με τις υπογραφές και τις γραφές περιηγητών από τη Λάρισα, το Μπραχάμι, τη Νέα Υόρκη, τη Δανία, τη Γερμανία, την Ιαπωνία.
Οι άνθρωποι συνεχίζουν και σήμερα, με το σουγιά ή με το σπρέι, να σκαλίζουν και να γράφουν, να ζωγραφίζουν και να αποτυπώνουν, εκεί έξω στο δρόμο, στιγμές της ζωής τους και να εξιστορούν τους μύχιους πόθους της καρδιάς τους. Εικονογραφικά και λεξιγραφικά. Με διάφορους τρόπους, βέβηλους, επιτηδευμένους και ανεπιτήδευτους. Χρησιμοποιώντας στιλιζαρισμένες συνταγές, μιμούμενοι κάποια πρότυπα και αντιγράφοντας αλλήλους. Ενώ κάποιοι άλλοι, που έχουν το χάρισμα, χρησιμοποιούν προσωπικούς δρόμους έκφρασης. Όλες όμως οι μορφές είναι διαφορετικές εκφάνσεις του ίδιου ζητούμενου. Της ανάγκης για έκφραση και επικοινωνία. Που είναι ο βασικός σκοπός του σκαλιστή-σχεδιαστή-γράφοντος. Που αποζητάει την προβολή και την επιβεβαίωση. Που θέλει να ξεχωρίσει, να τον προσέξουν, να γίνει αποδεκτός. Αυτό κυρίως αποζητούν εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη ασχολούμενοι με τη ζωγραφική -τη ναΐφ, τη λαϊκή τέχνη, την πρωτόγονη τέχνη, την ακατέργαστη τέχνη- ή την «εγκληματική τέχνη των βανδάλων των τοίχων», και την τέχνη της παραφοράς. Και το αποτέλεσμα είναι υποσυνείδητα έργα και παραληρηματικές δημιουργίες, που ανιχνεύουν τη χαμένη αθωότητα του πολιτισμού και αντηχούν τις φωνές του παρελθόντος.